Καπάτσος στα δανικά

Μετάφραση: καπάτσος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dreven, listig, snu, ressourcestærke, opfindsomme, opfindsom, ressourcestærk, ressourcefulde
Καπάτσος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπάτσος

καπάτσος λευκωσία, καπάτσος κηφισιά, ο καπάτσοσ, καπάτσος λεμεσός, καπάτσος γιάννης, καπάτσος λεξικό γλώσσας δανικά, καπάτσος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κανόνι στα δανικά - kanon, Cannon, kanoner, kanonen, i Cannon
  • καπάκι στα δανικά - låg, øjenlåg, låget, dækslet, lågets
  • καπέλο στα δανικά - hat, hatten, hue, hatte
  • καπαρώνω στα δανικά - bestille, bog, bind, bespeak
Τυχαίες λέξεις
Καπάτσος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dreven, listig, snu, ressourcestærke, opfindsomme, opfindsom, ressourcestærk, ressourcefulde