Καταστατικό στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καταστατικό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
устав, учредителен, устава на, учредителен договор
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταστατικό
καταστατικό εταιρείας, καταστατικό συριζα, καταστατικό τράπεζας της ελλάδος, καταστατικό οε, καταστατικό κκε, καταστατικό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καταστατικό στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καταστέλλω στα βουλγαρικά - ограничавам, потискам, сдържам, подтискам, възпирам
- κατασταλαγμένος στα βουλγαρικά - избистреният, избистрения, прочистеният, Прояснената, избистрената
- καταστολή στα βουλγαρικά - потискане, репресии, репресия, репресиите, потушаването
- καταστρέφω στα βουλγαρικά - опустошение, изнасилвам, дефлорирам, обезчестявам, дефлорира, загрозявам
Τυχαίες λέξεις
Καταστατικό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: устав, учредителен, устава на, учредителен договор
Μεταφράσεις: устав, учредителен, устава на, учредителен договор