Καταστατικό στα εσθονικά

Μετάφραση: καταστατικό, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
normid, õigus, statuut, põhikiri, põhikirjaga, põhikirjas, põhikirja, põhikirjale
Καταστατικό στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστατικό

καταστατικό εταιρείας, καταστατικό συριζα, καταστατικό τράπεζας της ελλάδος, καταστατικό οε, καταστατικό κκε, καταστατικό λεξικό γλώσσας εσθονικά, καταστατικό στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καταστέλλω στα εσθονικά - talitsema, summutama, suruda, represseerivad, maha suruda
  • κατασταλαγμένος στα εσθονικά - veendunud, paadunud
  • καταστολή στα εσθονικά - repressioonid, repressioonide, repressioone, represseerimise, represseerimine
  • καταστρέφω στα εσθονικά - põrmustama, muserdama, laastama, hukkama, katkestama, hävitama, defloreerima
Τυχαίες λέξεις
Καταστατικό στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: normid, õigus, statuut, põhikiri, põhikirjaga, põhikirjas, põhikirja, põhikirjale