Κράτημα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κράτημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
холдингово, държите, държеше, провеждане, държи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράτημα
κράτημα συνόνυμα, κράτημα ιωάννου, κράτημα πένας, κράτημα ιωάννου πρωτοψάλτου, κράτημα χεριών, κράτημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κράτημα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κράση στα βουλγαρικά - телосложение, конституция, физика, конституцията, учредяване
- κράσπεδο στα βουλγαρικά - крайпътен, попътен, страничен, крайпътна, страна на пътя
- κράτηση στα βουλγαρικά - резервация, резервацията, резерва, резервирането, направите резервация
- κράτος στα βουλγαρικά - родина, страна, държава, казвам, състояние, държавен, щат
Τυχαίες λέξεις
Κράτημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: холдингово, държите, държеше, провеждане, държи
Μεταφράσεις: холдингово, държите, държеше, провеждане, държи