Λερωμένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λερωμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
раздърпан
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λερωμένος
λερωμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λερωμένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λεπτός στα βουλγαρικά - тънък, тънка, тънки, тънко, тънката
- λεπτότητα στα βουλγαρικά - изящество, тънкост, финес, финост, изостреност, острота
- λερώνω στα βουλγαρικά - теснина, оплесквам
- λευκαντικό στα βουλγαρικά - белина, изрусител, на белина, изрусител за
Τυχαίες λέξεις
Λερωμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: раздърпан
Μεταφράσεις: раздърпан