Λερωμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: λερωμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
брудны, запырсканы, абпырсканы
Λερωμένος στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λερωμένος

λερωμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λερωμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • λεπτός στα λευκορωσικά - тонкi, слабы, лёгкi, тонкі
  • λεπτότητα στα λευκορωσικά - тонкасць, тонкасці, вытанчанасць
  • λερώνω στα λευκορωσικά - пэцкаць, запэцкаць, пэцкаць рукі
  • λευκαντικό στα λευκορωσικά - адбельвальнік, адбельнік
Τυχαίες λέξεις
Λερωμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: брудны, запырсканы, абпырсканы