Λιανικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λιανικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
на дребно, дребно, търговски, търговия на дребно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιανικός
λιανικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λιανικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ληστεύω στα βουλγαρικά - грабя, Роб, Rob, ограби, ограбят
- λιάζομαι στα βουλγαρικά - топля се, топля, наслаждават, се наслаждават, къпе
- λιβάδι στα βουλγαρικά - ливада, поляна, ливадни, ливаден, ливадите
- λιβάνι στα βουλγαρικά - тамян, темян, кадилния, тамяна
Τυχαίες λέξεις
Λιανικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: на дребно, дребно, търговски, търговия на дребно
Μεταφράσεις: на дребно, дребно, търговски, търговия на дребно