Λιανικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: λιανικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kiskereskedelem, kiskereskedelmi, lakossági, a kiskereskedelmi, a lakossági
Λιανικός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιανικός

λιανικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λιανικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ληστεύω στα ουγγρικά - rabol, kirabol, Rob, rabolni, kirabolni
  • λιάζομαι στα ουγγρικά - sütkérezik, élvezhetik, sütkéreznek, fürödjünk, sütkérezni
  • λιβάδι στα ουγγρικά - kaszáló, rét, kertre, réti, meadow
  • λιβάνι στα ουγγρικά - tömjén, tömjénezés, füstölő, füstölőt, tömjént, füstölõ
Τυχαίες λέξεις
Λιανικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kiskereskedelem, kiskereskedelmi, lakossági, a kiskereskedelmi, a lakossági