Μάραθο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μάραθο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
копър, резене, фенхел, от копър, фенел
Μάραθο στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάραθο

μάραθο βικιπαιδεια, το μάραθο, μάραθο ιδιότητες, μάραθο καλλιέργεια, μάραθο vita, μάραθο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μάραθο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μάντης στα βουλγαρικά - предсказателя, гадател, ясновидец
  • μάντρα στα βουλγαρικά - фунт, жаба, падока, заградено, заградена ливада, други зелени
  • μάρκα στα βουλγαρικά - клеймо, меч, марка, марката, чисто, на марката, съвсем
  • μάρμαρο στα βουλγαρικά - мрамор, мраморна, мраморни, мраморен, на мрамор
Τυχαίες λέξεις
Μάραθο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: копър, резене, фенхел, от копър, фенел