Μέρος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μέρος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
место, помещение, част, участие, частично, страна, участват
Μέρος στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέρος

μέρος του λόγου χαλανδρι, μέρος για παιδικό πάρτυ, μέρος του δακτύλου, μέρος του λόγου, μέρος τέταρτο του κ.φ.ε, μέρος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μέρος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μέριμνα στα βουλγαρικά - заготовка, загриженост, грижа, безпокойство, загрижеността
  • μέρισμα στα βουλγαρικά - дивидент, дивиденти, дивидентите, дивидента, на дивидент
  • μέσα στα βουλγαρικά - в, рамките, в рамките, рамките на, в рамките на
  • μέση στα βουλγαρικά - талия, кръста, талията, на талията, на кръста
Τυχαίες λέξεις
Μέρος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: место, помещение, част, участие, частично, страна, участват