Μέρος στα εσθονικά
Μετάφραση: μέρος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahter, väljak, laik, märkama, koht, sektsioon, kupee, asetama, osa, osaliselt, osas, osana, osaks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέρος
μέρος του λόγου χαλανδρι, μέρος για παιδικό πάρτυ, μέρος του δακτύλου, μέρος του λόγου, μέρος τέταρτο του κ.φ.ε, μέρος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μέρος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μέριμνα στα εσθονικά - säte, klausel, lepingutingimus, mure, muret, puudutavad, käsitlevad, ...
- μέρισμα στα εσθονικά - jagatav, dividend, boonus, dividendi, dividendide, dividende, dividendid
- μέσα στα εσθονικά - sisse, seesütlev, varjama, sisemus, jooksul, piires, raames, ...
- μέση στα εσθονικά - keskmine, keskkoht, laiserver, ais, keskel, vöökoht, talje, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέρος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lahter, väljak, laik, märkama, koht, sektsioon, kupee, asetama, osa, osaliselt, osas, osana, osaks
Μεταφράσεις: lahter, väljak, laik, märkama, koht, sektsioon, kupee, asetama, osa, osaliselt, osas, osana, osaks