Μεγαλόψυχος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μεγαλόψυχος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
великодушен, великодушни, великодушно, благороден, великодушният
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλόψυχος
μεγαλόψυχος συνωνυμο, μεγαλόψυχος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μεγαλόψυχος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μεγαλορρημοσύνη στα βουλγαρικά - megalorrimosyni
- μεγαλοψυχία στα βουλγαρικά - великодушие, благородство, великодушието, великодушието на, щедрост
- μεγαλώνω στα βουλγαρικά - расти, възниквам, растат, пораснат, порасна, пораснеш, порасне
- μεγεθύνω στα βουλγαρικά - Увеличи, уголемяване, увеличите, увеличете, разшири
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλόψυχος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: великодушен, великодушни, великодушно, благороден, великодушният
Μεταφράσεις: великодушен, великодушни, великодушно, благороден, великодушният