Μεγαλόψυχος στα ουκρανικά
Μετάφραση: μεγαλόψυχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
великодушний, благородний, великодушна, шляхетний, щедрий
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλόψυχος
μεγαλόψυχος συνωνυμο, μεγαλόψυχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μεγαλόψυχος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μεγαλορρημοσύνη στα ουκρανικά - пишномовність, megalorrimosyni
- μεγαλοψυχία στα ουκρανικά - великодушність, шляхетність, щедрість
- μεγαλώνω στα ουκρανικά - посилюватись, рости, культивувати, ростити, зростати, зростатиме, зростатимуть
- μεγεθύνω στα ουκρανικά - збільшення, збільшити, розширитися, збільшитися, увеличить
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλόψυχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: великодушний, благородний, великодушна, шляхетний, щедрий
Μεταφράσεις: великодушний, благородний, великодушна, шляхетний, щедрий