Μοίρα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μοίρα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сплит, много, съдба, съдбата, сам, съдбата на, участ
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοίρα
μοίρα πεπρωμένο, μοίρα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, μοίρα ετυμολογία, μοίρα μαχητικών, μοίρα μου έγινες, μοίρα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μοίρα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μνησικακία στα βουλγαρικά - злоба, недоволство, зъб, лоши чувства, неприязън
- μνηστήρας στα βουλγαρικά - сгодена, сгодени, сгодил, годена, сгоден
- μοδίστρα στα βουλγαρικά - шивачка, шивач, шивачки, шивачката
- μοιράζομαι στα βουλγαρικά - дял в, дял, дял от, дял на, участие в
Τυχαίες λέξεις
Μοίρα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сплит, много, съдба, съдбата, сам, съдбата на, участ
Μεταφράσεις: сплит, много, съдба, съдбата, сам, съдбата на, участ