Μοίρα στα ουκρανικά

Μετάφραση: μοίρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неминучість, розколоти, розбавляти, доля, розколюватися, втрачений, розколений, уділ, долю
Μοίρα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοίρα

μοίρα πεπρωμένο, μοίρα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, μοίρα ετυμολογία, μοίρα μαχητικών, μοίρα μου έγινες, μοίρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μοίρα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μνησικακία στα ουκρανικά - незадоволення, образливий, ображений, обурений, скривджений, заздрість, невдоволення, ...
  • μνηστήρας στα ουκρανικά - шанувальник, поклонник, залицяльник, прохач, заручена, обручена, заручено, ...
  • μοδίστρα στα ουκρανικά - модельєр, кравчиха, швачка, Швея
  • μοιράζομαι στα ουκρανικά - частину, ділити, дольовий, доля, частка, поділяти, частина
Τυχαίες λέξεις
Μοίρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: неминучість, розколоти, розбавляти, доля, розколюватися, втрачений, розколений, уділ, долю