Μοίρα στα δανικά

Μετάφραση: μοίρα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
briste, bestemmelse, skæbne, adskille, spalte, skæbnen
Μοίρα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοίρα

μοίρα πεπρωμένο, μοίρα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, μοίρα ετυμολογία, μοίρα μαχητικών, μοίρα μου έγινες, μοίρα λεξικό γλώσσας δανικά, μοίρα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μνησικακία στα δανικά - nag, grudge, horn i siden, horn, uvilje
  • μνηστήρας στα δανικά - trolovet, forlovet, forlovede, trolovede, fæstet
  • μοδίστρα στα δανικά - syerske, Syersken, Syersken har, seamstress
  • μοιράζομαι στα δανικά - dele, andel, del, Del, Share, aktie, andelen
Τυχαίες λέξεις
Μοίρα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: briste, bestemmelse, skæbne, adskille, spalte, skæbnen