Οκνός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: οκνός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бави
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οκνός
οκνός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οκνός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- οινόπνευμα στα βουλγαρικά - алкохол, спирт, дух, духа, спиртна, духът
- οκνηρία στα βουλγαρικά - скука, леност, ленивец, мързел, леността, ленивост
- ολέθριος στα βουλγαρικά - пагубен, гибелен, вреден, злокачествена, вредна
- ολίσθημα στα βουλγαρικά - хлъзгане, подхлъзване, поднасяне, Талон, приплъзване
Τυχαίες λέξεις
Οκνός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бави
Μεταφράσεις: бави