Οκνός στα τούρκικα
Μετάφραση: οκνός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aylaklık, loitering, dolaşan başıboş, boş gezen, başıboş gezinen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οκνός
οκνός λεξικό γλώσσας τούρκικα, οκνός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- οινόπνευμα στα τούρκικα - alkol, ruh, ruhu, spirit, ruhunu, ruhunun
- οκνηρία στα τούρκικα - tembellik, sloth, tembel, tembel hayvan, miskinlik
- ολέθριος στα τούρκικα - zararlı, pernisiyöz, pernicious, pernisyöz, öldürücü
- ολίσθημα στα τούρκικα - kayma, slip, atımlı, kuponu, kaygan
Τυχαίες λέξεις
Οκνός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aylaklık, loitering, dolaşan başıboş, boş gezen, başıboş gezinen
Μεταφράσεις: aylaklık, loitering, dolaşan başıboş, boş gezen, başıboş gezinen