Πατερίτσα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πατερίτσα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патерица, патерици, патерицата, опора
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατερίτσα
πατερίτσα english, κελί πατερίτσα, ονειροκρίτης πατερίτσα, πατερίτσα στα αγγλικά, πατερίτσα συνώνυμα, πατερίτσα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πατερίτσα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πατέρας στα βουλγαρικά - отец, баща, на баща, бащата, бащата на, бащиния
- πατατούκα στα βουλγαρικά - плащ, цигара с марихуана, мичман, хладилен кораб, хладилен вагон, хладилен товарен
- πατημασιά στα βουλγαρικά - след, мопс, Пъг, тухларска глина, боксьор, изпълвам с глина
- πατικώνω στα βουλγαρικά - компреса, натъпквам, пълнежът, трамбоване, трамбовам, натъпквайте
Τυχαίες λέξεις
Πατερίτσα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: патерица, патерици, патерицата, опора
Μεταφράσεις: патерица, патерици, патерицата, опора