Πατερίτσα στα πολωνικά

Μετάφραση: πατερίτσα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
laska, widełki, kula, podpora, krocze, widelec, widły, kuli
Πατερίτσα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πατερίτσα

πατερίτσα english, κελί πατερίτσα, ονειροκρίτης πατερίτσα, πατερίτσα στα αγγλικά, πατερίτσα συνώνυμα, πατερίτσα λεξικό γλώσσας πολωνικά, πατερίτσα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • πατέρας στα πολωνικά - teść, tata, praojciec, ksiądz, ojciec, ojca, ojcem
  • πατατούκα στα πολωνικά - peleryna, narzutka, mantylka, przylądek, cypel, papieros z marihuaną, kurtka dwurzędowa, ...
  • πατημασιά στα πολωνικά - krocz, stąpać, kroczyć, udeptać, deptać, tratować, stopnica, ...
  • πατικώνω στα πολωνικά - kondensować, zgniatać, miażdżyć, tłok, skondensować, reorganizować, tłoczyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Πατερίτσα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: laska, widełki, kula, podpora, krocze, widelec, widły, kuli