Πατικώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πατικώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
компреса, натъпквам, пълнежът, трамбоване, трамбовам, натъпквайте
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατικώνω
πατικώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πατικώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πατερίτσα στα βουλγαρικά - патерица, патерици, патерицата, опора
- πατημασιά στα βουλγαρικά - след, мопс, Пъг, тухларска глина, боксьор, изпълвам с глина
- πατινάδα στα βουλγαρικά - серенада, patinada
- πατρίδα στα βουλγαρικά - страна, нация, родина, държава, страната, държавата, държави
Τυχαίες λέξεις
Πατικώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: компреса, натъпквам, пълнежът, трамбоване, трамбовам, натъпквайте
Μεταφράσεις: компреса, натъпквам, пълнежът, трамбоване, трамбовам, натъпквайте