Πατικώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: πατικώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užtaisyti, Blietēt, grūsti, plūkti, Nabić
Πατικώνω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πατικώνω

πατικώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πατικώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πατερίτσα στα λιθουανικά - ramentas, Dullis, atrama, Ramentams ligonio
  • πατημασιά στα λιθουανικά - eisena, žingsnis, mopsas, kumštininkas, minkyti, molio aptepas, boksininkas
  • πατινάδα στα λιθουανικά - patinada
  • πατρίδα στα λιθουανικά - šalis, valstybė, kraštas, šalies, Country, šalį, šalyje
Τυχαίες λέξεις
Πατικώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: užtaisyti, Blietēt, grūsti, plūkti, Nabić