Πλοκή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πλοκή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фабула, парцел, парцела, заговор, участък, на парцела
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλοκή
πλοκή αγγλικά, saw πλοκή, αντιγόνη πλοκή, η πλοκή, πλοκή μυθιστορήματος, πλοκή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλοκή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλοίο στα βουλγαρικά - кораб, кораба, кораби, на кораби
- πλοκάμι στα βουλγαρικά - пипало, Tentacle, от пипалата, пипалото
- πλούσια στα βουλγαρικά - буен, тучен, изобилен, богат, пищен
- πλούσιος στα βουλγαρικά - заможен, богат, богати, богата, богато
Τυχαίες λέξεις
Πλοκή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: фабула, парцел, парцела, заговор, участък, на парцела
Μεταφράσεις: фабула, парцел, парцела, заговор, участък, на парцела