Λευκαντικό στα αγγλικά

Μετάφραση: λευκαντικό, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bleach, whitening, bleaching, bleaching agent
Λευκαντικό στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: λευκαντικό

bleach
  • λευκαντικό
  • άσπρισμα ρούχων
whitening
  • λεύκανση
  • λευκαντικό
  • άσπρισμα
  • τιτανοκονίδα
  • κόνη κιμωλιάς
  • λευκίσκος

Σχετικές λέξεις: λευκαντικό

λευκαντικό δέρματος, λευκαντικό με υπεροξείδιο, λευκαντικό διάλυμα, λευκαντικό οξυγόνο, λευκαντικό με ενεργό οξυγόνο, λευκαντικό λεξικό γλώσσας αγγλικά, λευκαντικό στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • λερωμένος στα αγγλικά - dirty, bedraggled, soiled, blurry
  • λερώνω στα αγγλικά - defile, smirch, besmear, befoul, splotch, besmirch, sully
  • λευκοπλάστης στα αγγλικά - plaster, adhesive tape, adhesive plaster, sticking plaster
  • λευκό στα αγγλικά - white, a white
Τυχαίες λέξεις
Λευκαντικό στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: bleach, whitening, bleaching, bleaching agent