Πράξη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πράξη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
акт, действие, закон за, закон
Πράξη στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πράξη

πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, πράξη χαρακτηρισμού, πράξη εφαρμογής, πράξη επτά, πράξη επιβολής εισφορών, πράξη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πράξη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πράκτορας στα βουλγαρικά - посредник, агент, брокер, вещество
  • πράμα στα βουλγαρικά - материал, вещество, нещо, неща, нищо
  • πράος στα βουλγαρικά - кротък, кротки, смирени, кротка, кротко
  • πράσινος στα βουλγαρικά - зелен, зелено, зелена, зелени, зелената
Τυχαίες λέξεις
Πράξη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: акт, действие, закон за, закон