Πράξη στα τούρκικα
Μετάφραση: πράξη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tutar, toplam, iş, hareket, eylem, eylemidir, fiil, davranış
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πράξη
πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, πράξη χαρακτηρισμού, πράξη εφαρμογής, πράξη επτά, πράξη επιβολής εισφορών, πράξη λεξικό γλώσσας τούρκικα, πράξη στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πράκτορας στα τούρκικα - komisyoncu, ajan, maddesi, ajanı, danışmanı, aracısı
- πράμα στα τούρκικα - kumaş, malzeme, madde, şey, Thing, bir şey, Yapılacak Şey
- πράος στα τούρκικα - hafif, yumuşak, ezik, uysal, meek, yumuşak başlı, alçakgönüllü
- πράσινος στα τούρκικα - park, kıskanç, yeşil, green, yeşil bir
Τυχαίες λέξεις
Πράξη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tutar, toplam, iş, hareket, eylem, eylemidir, fiil, davranış
Μεταφράσεις: tutar, toplam, iş, hareket, eylem, eylemidir, fiil, davranış