Προγραμματίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προγραμματίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
планирам, Смятам, аз планирам, възнамерявам, Имам намерение
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προγραμματίζω
πως προγραμματίζω, προγραμματίζω αγγλικα, προγραμματίζω μετάφραση, προγραμματίζω σημαίνει να κοιτάζω μπροστά κι ελέγχω σημαίνει να κοιτάζω πίσω, προγραμματίζω συνώνυμα, προγραμματίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προγραμματίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προγονικός στα βουλγαρικά - потомствен, предците, наследствена, бащините, наследствен
- προγονισμός στα βουλγαρικά - атавизъм, progonismos
- προγραμματισμός στα βουλγαρικά - програмиране, програмен, програмния, програмирането, планиране
- προδίδω στα βουλγαρικά - магазин, писък, квичене, квича, чува скърцане в, чува скърцане
Τυχαίες λέξεις
Προγραμματίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: планирам, Смятам, аз планирам, възнамерявам, Имам намерение
Μεταφράσεις: планирам, Смятам, аз планирам, възнамерявам, Имам намерение