Σεφ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σεφ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
главен готвач, готвач, готвач от
Σεφ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σεφ

σεφ στον αερα ψωμι, σεφ καλαματα, σεφ στον αερα, σεφ σαλατα, σεφ λαμια, σεφ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σεφ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σερβάντα στα βουλγαρικά - servanta
  • σεργιανίζω στα βουλγαρικά - разходка, пеша, Разходете, Разходете се, пешеходно
  • σηκός στα βουλγαρικά - беседка, ниша, нишата
  • σηκώνω στα βουλγαρικά - поднивата, вдигам, вдигам се, движа се, издигам се, възсядам се
Τυχαίες λέξεις
Σεφ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: главен готвач, готвач, готвач от