Σεφ στα ολλανδικά
Μετάφραση: σεφ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chefkok, chef, kok, chef kok
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σεφ
σεφ στον αερα ψωμι, σεφ καλαματα, σεφ στον αερα, σεφ σαλατα, σεφ λαμια, σεφ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σεφ στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σερβάντα στα ολλανδικά - kast, buffet, servanta
- σεργιανίζω στα ολλανδικά - wandeldreef, tippelen, tippel, lopen, promenade, wandelen, wandeling, ...
- σηκός στα ολλανδικά - rust, nis, pauze, naaf, alkoof, alcove, slaapnis, ...
- σηκώνω στα ολλανδικά - opslaan, ophalen, verheffen, tillen, opdrijven, oprichten, ophogen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σεφ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: chefkok, chef, kok, chef kok
Μεταφράσεις: chefkok, chef, kok, chef kok