Σπινθηροβόλος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σπινθηροβόλος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мигновение, проблясващи, Блещукаща, искрящ, искряща, и невзрачен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπινθηροβόλος
σπινθηροβόλος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σπινθηροβόλος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σπιθοβολώ στα βουλγαρικά - spithovolo
- σπιλώνω στα βουλγαρικά - него попадат, попадат както, него попадат както
- σπιρουνίζω στα βουλγαρικά - шпора, spirounizo
- σπιρούνι στα βουλγαρικά - шпора, стимул, цилиндричното, цилиндрично зъбно, цилиндрични зъбни
Τυχαίες λέξεις
Σπινθηροβόλος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мигновение, проблясващи, Блещукаща, искрящ, искряща, и невзрачен
Μεταφράσεις: мигновение, проблясващи, Блещукаща, искрящ, искряща, и невзрачен