Συναγωνίζομαι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συναγωνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
конкурират, конкурира, състезават, се конкурират, се конкурира
Συναγωνίζομαι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναγωνίζομαι

συναγωνίζομαι συνωνυμο, συναγωνίζομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συναγωνίζομαι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συναγερμός στα βουλγαρικά - тревога, бдителен, буден, сигнал, предупреждение
  • συναγωγή στα βουλγαρικά - синагога, синагогата, синагогите, синегога, на синагогата
  • συναγωνισμός στα βουλγαρικά - конкуренция, конкурс, конкуренцията, на конкуренцията
  • συναθροίζομαι στα βουλγαρικά - срещам се, събирам се, срещам
Τυχαίες λέξεις
Συναγωνίζομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: конкурират, конкурира, състезават, се конкурират, се конкурира