Συναγωνίζομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συναγωνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
канкураваць, канкурыраваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναγωνίζομαι
συναγωνίζομαι συνωνυμο, συναγωνίζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συναγωνίζομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συναγερμός στα λευκορωσικά - трывога, тревога, трывогу, трывогі
- συναγωγή στα λευκορωσικά - сінагога, Сынагога
- συναγωνισμός στα λευκορωσικά - канкурэнцыя
- συναθροίζομαι στα λευκορωσικά - сустракацца
Τυχαίες λέξεις
Συναγωνίζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: канкураваць, канкурыраваць
Μεταφράσεις: канкураваць, канкурыраваць