Συσκευάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συσκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обвивка, опаковам, увивам, увийте, увиване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσκευάζω
συσκευάζω οικογενεια λεξεων, συσκευάζω σημασία, συσκευάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συσκευάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συρτάρι στα βουλγαρικά - чекмедже, чекмеджето, чекмеджета, чекмеджето на, чекмеджетата
- συσκέπτομαι στα βουλγαρικά - комуна, община, общината, беседвам задушевно
- συσκευή στα βουλγαρικά - план, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството
- συσκευασία στα βουλγαρικά - опаковки, пакет, опаковка, пакетите, на пакетите, пакета
Τυχαίες λέξεις
Συσκευάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обвивка, опаковам, увивам, увийте, увиване
Μεταφράσεις: обвивка, опаковам, увивам, увийте, увиване