Τιτιβίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τιτιβίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кикотене, Twitter, чуруликам, нервна възбуда
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τιτιβίζω
τιτιβίζω ορισμός, τιτιβίζω λεξικό, τιτιβίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τιτιβίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τιμώ στα βουλγαρικά - чест, честта, слава, почит
- τιτανικός στα βουλγαρικά - титаничен, титанично, титаничната, титанично ниво, и титанично
- τιτλοφορώ στα βουλγαρικά - право, дава право, дават право, право на, даде право
- τμήμα στα βουλγαρικά - секция, сегмент, раздел, вписванията за, част, вписванията за град
Τυχαίες λέξεις
Τιτιβίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кикотене, Twitter, чуруликам, нервна възбуда
Μεταφράσεις: кикотене, Twitter, чуруликам, нервна възбуда