Τιτιβίζω στα δανικά
Μετάφραση: τιτιβίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Twitter, kvidre, Twitter i, dig Twitter, Webside Twitter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τιτιβίζω
τιτιβίζω ορισμός, τιτιβίζω λεξικό, τιτιβίζω λεξικό γλώσσας δανικά, τιτιβίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- τιμώ στα δανικά - ære, hæder, ære hermed, hermed, herved, aere
- τιτανικός στα δανικά - titanic, titanisk, titaniske, gigantiske, gigantisk
- τιτλοφορώ στα δανικά - berettiger, ret, berettige, giver ret
- τμήμα στα δανικά - afdeling, division, ministerium, departement, deling, sektion, afsnit, ...
Τυχαίες λέξεις
Τιτιβίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Twitter, kvidre, Twitter i, dig Twitter, Webside Twitter
Μεταφράσεις: Twitter, kvidre, Twitter i, dig Twitter, Webside Twitter