Τυπογράφος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τυπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
печатар
Τυπογράφος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυπογράφος

τυπογράφος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τυπογράφος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τυπικός στα βουλγαρικά - типичен, типична, типично, типични, типичния
  • τυπικότητα στα βουλγαρικά - формалност, формалности, формално
  • τυπώνω στα βουλγαρικά - печат, Принтирай, за печат, на печат, печатащата
  • τυρί στα βουλγαρικά - сирене, сирена, сиренето, кашкавал
Τυχαίες λέξεις
Τυπογράφος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: печатар