Όψιμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: όψιμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
късно, късен, закъснял, края на, закъсняло
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όψιμος
όψιμος υπογοναδισμός, όψιμος ετυμολογία, όψιμος σημαίνει, βασίλης όψιμος, όψιμος αγγλικα, όψιμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, όψιμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- όχλος στα βουλγαρικά - тълпа, Моб, саморазправа, банда
- όψη στα βουλγαρικά - изглед, гледка, оглед, мнение, поглед
- ύδωρ στα βουλγαρικά - вода, води, воден, водата
- ύλη στα βουλγαρικά - материя, материал, текстил, материали, материала
Τυχαίες λέξεις
Όψιμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: късно, късен, закъснял, края на, закъсняло
Μεταφράσεις: късно, късен, закъснял, края на, закъсняло