Όψιμος στα ρωσικά

Μετάφραση: όψιμος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
давешний, поздний, покойный, запоздалый, поздно, конце, в конце, поздней
Όψιμος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όψιμος

όψιμος υπογοναδισμός, όψιμος ετυμολογία, όψιμος σημαίνει, βασίλης όψιμος, όψιμος αγγλικα, όψιμος λεξικό γλώσσας ρωσικά, όψιμος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • όχλος στα ρωσικά - группа, чернь, гурьба, орава, сборище, шайка, плебс, ...
  • όψη στα ρωσικά - образ, преувеличенно-заграждающий, обличье, взор, преломление, аспект, лик, ...
  • ύδωρ στα ρωσικά - клозет, поливать, разводнять, акварель, напоить, моча, обеднять, ...
  • ύλη στα ρωσικά - повод, текстиль, основание, вопрос, оглавление, дело, содержание, ...
Τυχαίες λέξεις
Όψιμος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: давешний, поздний, покойный, запоздалый, поздно, конце, в конце, поздней