Οδός στα γαλλικά
Μετάφραση: οδός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carénage, rue, la rue, rues, de rue
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδός
οδός κασσάνδρας, οδός πανός, οδός αρκαδίας, οδός φυλής, οδός αθηνάς, οδός λεξικό γλώσσας γαλλικά, οδός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- οδυνηρός στα γαλλικά - abominable, terrible, onéreux, incommode, épouvantable, douloureux, poignant, ...
- οδυρμός στα γαλλικά - regretter, lamentation, plainte, lamentez, lamentons, élégie, lamenter, ...
- οδόφραγμα στα γαλλικά - barricade, barricader, barrer, barrage, barrière, barricades
- οδύνη στα γαλλικά - infortune, regret, chagrin, dépit, malheur, tristesse, tracas, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: carénage, rue, la rue, rues, de rue
Μεταφράσεις: carénage, rue, la rue, rues, de rue