Αναπληρώ στα γερμανικά

Μετάφραση: αναπληρώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vertreten, wahrgenommen, Stellvertretung, deputize
Αναπληρώ στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπληρώ

αναπληρώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, αναπληρώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αναπληρωματικός στα γερμανικά - ersatz, handelnd, stellvertretend, ersatzmann, agierend, substitut, vertretung, ...
  • αναπληρωτής στα γερμανικά - lückenfüller, attribut, beigabe, beifügung, zubehör, zusätzlich, zusatz, ...
  • αναπληρώνω στα γερμανικά - korrigieren, entschädigen, ersatz, stellvertreterin, vertretung, ersatzmann, wiedergutmachen, ...
  • αναπνέω στα γερμανικά - atmen, einatmen, zu atmen, atme
Τυχαίες λέξεις
Αναπληρώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: vertreten, wahrgenommen, Stellvertretung, deputize