Αναπληρώ στα ρωσικά

Μετάφραση: αναπληρώ, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пополнить, пополнять, замещать, замещает, бы выступать, бы выступать от
Αναπληρώ στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπληρώ

αναπληρώ λεξικό γλώσσας ρωσικά, αναπληρώ στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αναπληρωματικός στα ρωσικά - заменять, действенный, актиния, подмена, суррогат, ходатай, представитель, ...
  • αναπληρωτής στα ρωσικά - придаток, замена, паллиатив, помощник, адъюнкт, дополнение, приложение, ...
  • αναπληρώνω στα ρωσικά - возместить, подставлять, заместитель, покровитель, суррогат, замена, запасной, ...
  • αναπνέω στα ρωσικά - благоухать, дышать, жить, говорить, дуть, подышать, проронить, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπληρώ στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: пополнить, пополнять, замещать, замещает, бы выступать, бы выступать от