Εσκεμμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: εσκεμμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
absichtlich, beabsichtigt, vorsätzlich, bewusst, beraten, bedächtig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσκεμμένος
εσκεμμένος συνώνυμα, εσκεμμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, εσκεμμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εσείς στα γερμανικά - du, ihr, dich, sie, euch, man, Sie, ...
- εσκεμμένα στα γερμανικά - absichtliche, gewollt, wissentlich, bewusst, bewußt, wissentliche, wissend
- εσοχή στα γερμανικά - nische, schlupfwinkel, ecke, Nische, Pause, Ausnehmung, Aussparung, ...
- εσπερινός στα γερμανικά - Abendandacht, evensong, Abendlied, Andacht
Τυχαίες λέξεις
Εσκεμμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: absichtlich, beabsichtigt, vorsätzlich, bewusst, beraten, bedächtig
Μεταφράσεις: absichtlich, beabsichtigt, vorsätzlich, bewusst, beraten, bedächtig