Μεγαλοπρεπής στα γερμανικά
Μετάφραση: μεγαλοπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
königlich, hoheitsvoll, majestätisch, erhaben, großartig, ausgezeichnet, herrlich, prächtig, herrlichen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλοπρεπής
μεγαλοπρεπής σουλειμαν, μεγαλοπρεπής σουλειμαν επεισοδιο, μεγαλοπρεπής αιώνας, σουλεϊμάν, σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής, μεγαλοπρεπής λεξικό γλώσσας γερμανικά, μεγαλοπρεπής στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μεγαλοποιώ στα γερμανικά - übertreiben, vergrößern, überziehen, overdraw, zu überziehen, überzeichnen
- μεγαλοπρέπεια στα γερμανικά - majestät, Pracht, Großartigkeit, Herrlichkeit, Glanz, Prunk
- μεγαλορρημοσύνη στα γερμανικά - schwulst, megalorrimosyni
- μεγαλοψυχία στα γερμανικά - großzügigkeit, großmut, edelmut, freigebigkeit, generosität, Großmut, Edelmut, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλοπρεπής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: königlich, hoheitsvoll, majestätisch, erhaben, großartig, ausgezeichnet, herrlich, prächtig, herrlichen
Μεταφράσεις: königlich, hoheitsvoll, majestätisch, erhaben, großartig, ausgezeichnet, herrlich, prächtig, herrlichen