Μετρικός στα γερμανικά
Μετάφραση: μετρικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
metrisch, Metrik, metrischen, metrische
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετρικός
μετρικός τόνος ίσος με 1000 κιλά, μετρικός οπλισμός, μετρικός τανυστής, μετρικός πους, μετρικός τόνος, μετρικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, μετρικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μετρητής στα γερμανικά - n, taktmesser, messer, metrik, pegel, meter, maßstab, ...
- μετριάζω στα γερμανικά - zorn, wut, mittelmäßig, temperament, mildern, massig, mäßig, ...
- μετριοπάθεια στα γερμανικά - moderation, mäßigung, mäßigkeit, Mäßigung, Moderation, Maßen, Moderations, ...
- μετριοπαθής στα γερμανικά - dämpfen, mittelmäßig, mildern, massig, mäßig, gemäßigt, mäßigen, ...
Τυχαίες λέξεις
Μετρικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: metrisch, Metrik, metrischen, metrische
Μεταφράσεις: metrisch, Metrik, metrischen, metrische