Υπουργός στα γερμανικά
Μετάφραση: υπουργός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pfarrer, geistliche, pastor, minister, gesandte, gesandter, Minister, Pfarrer, Ministerin, Ministers
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπουργός
υπουργός εργασίας, υπουργός υγείας, υπουργός εσωτερικών, υπουργός αγροτικής ανάπτυξης, υπουργός παιδείας, υπουργός λεξικό γλώσσας γερμανικά, υπουργός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- υπουργείο στα γερμανικά - bundesministerium, ministerium, Ministerium, Dienst, Ministeriums, Amt
- υπουργικός στα γερμανικά - amtliche, amtlich, Minister-, Minister, ministeriellen, ministerielle
- υποφέρω στα γερμανικά - tragen, gebären, baissier, börsenspekulant, bär, entbinden, ertragen, ...
- υποφερτός στα γερμανικά - erträgliche, sufferable, erträglich, erträglicher, erträglicher zu
Τυχαίες λέξεις
Υπουργός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: pfarrer, geistliche, pastor, minister, gesandte, gesandter, Minister, Pfarrer, Ministerin, Ministers
Μεταφράσεις: pfarrer, geistliche, pastor, minister, gesandte, gesandter, Minister, Pfarrer, Ministerin, Ministers