Υπουργός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: υπουργός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ministro, mineração, ministro da, ministra, ministrar, ministro do
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπουργός
υπουργός εργασίας, υπουργός υγείας, υπουργός εσωτερικών, υπουργός αγροτικής ανάπτυξης, υπουργός παιδείας, υπουργός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπουργός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- υπουργείο στα πορτογαλικά - ministro, ministério, o ministério, ministério de, do Ministério, Ministro
- υπουργικός στα πορτογαλικά - ministerial, ministerial de, ministerial da, ministeriais
- υποφέρω στα πορτογαλικά - aguentar, suportar, sofra, padecer, sustentar, urso, subitamente, ...
- υποφερτός στα πορτογαλικά - sufferable, suportáveis, sofrível, sofríveis, suportável
Τυχαίες λέξεις
Υπουργός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ministro, mineração, ministro da, ministra, ministrar, ministro do
Μεταφράσεις: ministro, mineração, ministro da, ministra, ministrar, ministro do