Υποφερτός στα γερμανικά
Μετάφραση: υποφερτός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erträgliche, sufferable, erträglich, erträglicher, erträglicher zu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποφερτός
υποφερτός λεξικό γλώσσας γερμανικά, υποφερτός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- υπουργός στα γερμανικά - pfarrer, geistliche, pastor, minister, gesandte, gesandter, Minister, ...
- υποφέρω στα γερμανικά - tragen, gebären, baissier, börsenspekulant, bär, entbinden, ertragen, ...
- υποχρέωση στα γερμανικά - pflicht, verpflichtung, Verpflichtung, Pflicht, verpflichtet
- υποχρεωτικός στα γερμανικά - verbindlich, zwingend, obligatorisch, obligatorischen, obligatorische, Pflicht
Τυχαίες λέξεις
Υποφερτός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: erträgliche, sufferable, erträglich, erträglicher, erträglicher zu
Μεταφράσεις: erträgliche, sufferable, erträglich, erträglicher, erträglicher zu