Άνεμος στα δανικά
Μετάφραση: άνεμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vind, vinden, wind, vind-, vindenergi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνεμος
άνεμος αντίστασης, άνεμος λευκά είδη, άνεμος αγάπης, άνεμος πετρούπολη, άνεμος κατασκευαστική α. ε, άνεμος λεξικό γλώσσας δανικά, άνεμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- άναυδος στα δανικά - stum, lamslået, målløs, forbløffet, paf, målløse
- άνδρας στα δανικά - mand, menneske, manden, mennesket
- άνεργος στα δανικά - arbejdsløse, arbejdsløs, ledige, arbejdsloese
- άνεση στα δανικά - hvile, pause, ro, komfort, Comfort, komforten, trøst
Τυχαίες λέξεις
Άνεμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vind, vinden, wind, vind-, vindenergi
Μεταφράσεις: vind, vinden, wind, vind-, vindenergi