Άργιλος στα δανικά
Μετάφραση: άργιλος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ler, mudder, leret, clay
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άργιλος
άργιλος σε σκόνη, άργιλος για μαλλιά, άργιλος σε σκόνη τιμή, άργιλος και κυτταρίτιδα, άργιλος αγορά, άργιλος λεξικό γλώσσας δανικά, άργιλος στα δανικά
Μεταφράσεις
- άπταιστος στα δανικά - flydende
- άραγε στα δανικά - altså, derfor, jeg spekulerer, jeg spekulerer på, Gad vide, jeg spørger mig selv
- άρδευση στα δανικά - kunstvanding, vanding, overrisling, irrigation, kunstig vanding
- άρθρο στα δανικά - vare, paragraf, artikel, ting, artiklen, Artikel, artikelnummer, ...
Τυχαίες λέξεις
Άργιλος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ler, mudder, leret, clay
Μεταφράσεις: ler, mudder, leret, clay