Έγχυμα στα δανικά

Μετάφραση: έγχυμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
infusion, infusionsvæske, infusionen
Έγχυμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγχυμα

έγχυμα χαμομηλιού, έγχυμα λεξικό, έγχυμα δενδρολίβανου, έγχυμα δυόσμου, έγχυμα βοτάνων, έγχυμα λεξικό γλώσσας δανικά, έγχυμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • έγκυρος στα δανικά - gyldig, gyldigt, gyldige, gældende, gyldighed
  • έγχρωμος στα δανικά - kulør, farve, farvet, farvede, farver
  • έδαφος στα δανικά - land, område, fange, fornuft, lande, grund, jord, ...
  • έδρα στα δανικά - bænk, stol, plads, sæde, sædet, hjemsted, sædets
Τυχαίες λέξεις
Έγχυμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: infusion, infusionsvæske, infusionen